Αριθμός Μ.Η.Τ. 232067
Η ιστοσελίδα www.trikalaerevna.gr σύμφωνα με την απόφαση Ε/5083/25-11-2024 της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης / Διεύθυνση Εποπτείας Μέσων Ενημέρωσης / Τμήμα Μητρώου και Διαφάνειας έλαβε την πιστοποίηση εγγραφής στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Ηλεκτρονικού Τύπου (Μ.Η.Τ.) στον Νομό Τρικάλων σύμφωνα με το Ν.5005/2022. O κατάλογος των πιστοποιημένων επιχειρήσεων ηλεκτρονικού τύπου αναρτάται στην ιστοσελίδα της Γ.Γ.Ε.Ε.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 05.04.2019
Γράφει ο/η
Γράφει ο/η newsroom
Όταν ξεκίνησε η µελέτη για τη σχεδίαση της ανακαίνισης του Μουσείου – Σκευοφυλακίου της Ιεράς Μονής Βαρλαάµ, ήταν ξεκάθαρο από την αρχή πως η µονή επιθυμούσε να αποφύγει δύο πράγματα: πρώτον, τη δηµιουργία ενός ακόµη εξευγενισµένου σκευοφυλακίου, όµοιου µε αυτά που υπάρχουν σε πολλές ιστορικές µονές, όπου θα αποθήκευε σε δηµόσια θέα τα κειµήλιά της, και δεύτερον τη δηµιουργία ενός µουσείου αρχαιολογικού χαρακτήρα, δηλαδή ενός µουσείου που θα αντιµετώπιζε τον κειµηλιακό της πλούτο ως καλλιτεχνήµατα µιας ιστορικής περιόδου, τοποθετηµένα σε χρονολογική σειρά.
Εξαρχής τέθηκαν οι στόχοι του µουσείου – σκευοφυλακίου της µονής, µε απόλυτο σεβασµό στον ρόλο ενός τέτοιου χώρου που είναι πρωτίστως εκπαιδευτικός. Το µουσείο θα έπρεπε να απευθύνεται σε όλους τους επισκέπτες, συµπεριλαµβανοµένων και όλων όσοι ανήκαν σε άλλα δόγµατα και θρησκείες, καθώς αυτοί αποτελούν µεγάλο µέρος των επισκεπτών της µονής, αν όχι το µεγαλύτερο. Ο χώρος, εποµένως, θα έπρεπε να τους δίνει την αίσθηση πως βρίσκονται σε µία ζωντανή, λειτουργική µονή, µε αδιάλειπτη παρουσία πέντε και πλέον αιώνων. Κατά συνέπεια το µουσείο όφειλε να εξηγήσει τον ρόλο των εκθεµάτων του όχι ως έργων τέχνης, αλλά τη χρήση τους ως λειτουργικών, εκκλησιαστικών αντικειµένων.
Η αντίληψη αυτή οδηγούσε κατ’ επέκταση στην ανάγκη να θιγούν ορισµένα ζητήµατα της ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως, αλλά και του ορθόδοξου µοναχισµού µε έµφαση σε αυτόν που αναπτύχθηκε στον χώρο των Μετεώρων. Τέλος, το Μουσείο έπρεπε να διηγηθεί την ιστορία της Μονής Βαρλαάµ και των άλλων µονών της λιθόπολης των Μετεώρων.
Στη µουσειολογική µελέτη που ακολούθησε καταβλήθηκε προσπάθεια να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι µέσα από τις συλλογές της µονής, αλλά και βάσει του εποπτικού υλικού που θα κατασκευάζονταν καθώς και από τα κείµενα που θα συνόδευαν συνολικά την έκθεση.
Σχεδιάστηκαν συνολικά τέσσερις εκθεσιακές ενότητες, χωρισμένες σε δεκατρείς υποενότητες, οι οποίες επιγραμματικά είναι οι ακόλουθες:
Α. Η Ιστορία:
Β. Η Μονή σήµερα:
Γ. Τα κειµήλια:
Δ. Ο Μοναχός και ο µοναχισµός:
Στο τελευταίο στάδιο των µελετών, η µουσειογραφική µελέτη έθεσε ως στόχο τη σύγχρονη σχεδίαση βιτρινών, µουσειακών κατασκευών και γραφιστικής επιµέλειας σε πλήρη αρµονία µε το εξαιρετικό και µοναδικό, όσον αφορά στην αρχιτεκτονική του, κτήριο στέγαζει το µουσείο. Ιδιαίτερη προσπάθεια καταβλήθηκε µάλιστα στη «σκηνογραφική» – φυσική παρουσίαση των εκθεµάτων, όπου αυτό ήταν δυνατόν αλλά και όπου αυτό εξυπηρετούσε τη µουσειολογική µελέτη.
Παράλληλα και µε αφορµή τον σχεδιασµό, την κατασκευή και την ανάγκη εµπλουτισµού των εκθεµάτων του µουσείου – σκευοφυλακίου, η Ιερά Μονή Βαρλαάµ προγραμμάτισε σειρά ενεργειών και παρεμβάσεων που αποσκοπούσαν στη συντήρηση, φύλαξη και ανάδειξη του κειµηλιακού της πλούτου.
Αναφέρονται µεταξύ άλλων:
Ειδικότερα, στη συλλογή εικόνων της Μονής Βαρλαάµ που εκτίθενται στο ανακαινισµένο µουσείο παρουσιάζονται αξιόλογα δείγµατα όλων των τάσεων της µεταβυζαντινής τέχνης των εικόνων που εκτείνονται χρονικά από τον 15ο έως και τον 19ο αιώνα. Περίοπτη θέση κατέχει η αµφιπρόσωπη εικόνα της Σταυρώσεως (15ος αι.) και Κοιµήσεως της Θεοτόκου (έργο του Θεοφάνη του Κρητός, 16ος αι.). Ιδιαίτερη οµάδα αποτελούν οι δωρεές προς τη µονή του αγίου Αρσενίου Ελασσώνος και άλλες εικόνες ρωσικής τέχνης του τέλους του 16ου και του 17ου αιώνα, για τα οποία προκρίθηκε η έκθεσή τους σε ιδιαίτερη προθήκη.
Μια άλλη οµάδα εκθεµάτων, αυτά των έργων µικροτεχνίας (αργυρά σκεύη, λειτουργικά και ευχαριστιακά, σταχώσεις ευαγγελίων, σταυροί ευλογίας και λιτανείας, κ.ά.), εντυπωσιάζει µε τον αριθµό τους και την ιδιαίτερη καλλιτεχνική τους αξία, καθώς ορισµένα εξ αυτών αποτελούν δείγµατα του υψηλού επιπέδου της µεταλλοτεχνίας στην περιοχή των Τρικάλων κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Στον κεντρικό εκθεσιακό χώρο του µουσείου εκτίθενται σηµαντικά δείγµατα της συλλογής χειρογράφων και παλαιτύπων της µονής.
Ειδικότερα, όσον αφορά στους χειρόγραφους κώδικες, η επιλογή τους έγινε βάσει της ιδιαίτερης κωδικολογικής, παλαιογραφικής και ιστορικής τους αξίας, αλλά και µε γνώµονα να προβληθεί στο κοινό ο ρόλος της µονής ως σηµαντικού κέντρου αντιγραφής χειρογράφων κατά τους 16ο-17ο αιώνες κυρίως, αλλά και αργότερα. Ως εκ τούτου παρουσιάζονται στο κοινό αρκετά δείγµατα εικονογραφηµένων χειρογράφων προερχοµένων από τη γραφίδα κωδικογράφων και διακοσµητών Βαρλααµιτών πατέρων.
Με ανάλογο σκεπτικό επιλέχθηκε η έκθεση παλαιτύπων κοσµικού περιεχοµένου του 16ου αι. προκειµένου να δηλωθεί πως η Εκκλησία και οι µονές ανέκαθεν ενίσχυαν και θεράπευαν την ελληνική παιδεία, όχι µόνο την εκκλησιαστική αλλά και τη θύραθεν. Ας σηµειωθεί πως η Μονή Βαρλαάµ ενίσχυε οικονοµικά µαζί και µε τις υπόλοιπες µονές των Μετεώρων τα ελληνικά σχολεία της πόλεως των Τρικάλων κατά τον 19ο αιώνα, στοιχείο που επισηµαίνεται στην πρώτη ενότητα του µουσείου, τη σχετική µε την ιστορία της µονής.
Στο κέντρο του µουσείου και σε περίοπτη θέση εκτίθεται συντηρηµένο τµήµα Πρακτικού του έτους 1163, επιβεβαιωτικό των δικαίων της επισκοπής Σταγών. Το εν λόγω βυζαντινό έγγραφο είναι το παλαιότερο σωζόµενο στον χώρο της Θεσσαλίας και το παλαιότερο δηµόσιο έγγραφο για τα όρια και τα οικονοµικά της επισκοπής των Σταγών. Σε όµορη προθήκη παρουσιάζονται πέντε ακόµη έγγραφα από το πλούσιο αρχείο της µονής (πατριαρχικό σιγίλλιο του οικουµενικού πατριάρχη Θεολήπτου Β΄, έτ. 1586· γράµµα του αρχιεπισκόπου Αχριδών Ιωάσαφ, έτ. 1736· φιρµάνι του Σουλεϊµάν Β΄ Μεγαλοπρεπούς, έτ. 1534· έγγραφο του σαντζάκµπεη των Τρικάλων Οσµάν Σαχ, έτ. 1546, και «χρυσόβουλλο» του ηγεµόνα της Βλαχίας Σερµπάν Καντακουζηνού, έτ. 1678-1688).
Τέλος, σηµαντικό χώρο στο ανακαινισµένο µουσείο καταλαµβάνει η πλούσια όσο και πολύτιµη συλλογή εκκλησιαστικών υφασµάτων µε αξιόλογα δείγµατα του εργαστηρίου χρυσοκεντητικής που λειτούργησε αδιάλειπτα στη Μονή Βαρλαάµ για τέσσερις και πλέον δεκαετίες, από τα τέλη του 16ου έως και τις αρχές του 17ου αιώνα. Αξιόλογο δείγµα αυτής της παραγωγής αποτελεί ο έξοχος επιτάφιος του κεντητή µοναχού Ρωµανού (1608/09).
Κατά τη σύνταξη της µουσειολογικής µελέτης υπήρξε η σκέψη ο επισκέπτης να ξεκινά την περιήγησή του λαµβάνοντας γνώση της ιστορίας του χώρου, στον οποίο βρίσκεται, και της απαρχής σε αυτόν του µοναστικού βίου. Ως εκ τούτου επιλέχθηκαν εκθέµατα που συνδέονται µε τους κτίτορες της µονής, τους οσίους αυταδέλφους Θεοφάνη και Νεκτάριο τους Αψαράδες.
Παρουσιάζονται έτσι η αυτοβιογραφία των οσίων, η Ακολουθία που συνέθεσε προς τιµήν τους ο Ματθαίος Μυρέων, το προσωπικό τους χειρόγραφο του Θηκαρά κ.ά. Με ανάλογο σκεπτικό, η περιήγηση στον χώρο του µουσείου ολοκληρώνεται µε δύο πίνακες φωτογραφιών από την παλαιότερη και τη σύγχρονη µοναστική ζωή στον λίθο του Βαρλαάµ. Γιατί η μονή, όπως άλλωστε όλες οι µονές των Μετεώρων, δεν αποτελεί νεκρό αρχαιολογικό ή µουσειακό χώρο, αλλά είναι ζωντανός οργανισµός µε ρίζες στα βάθη των αιώνων, ενεργή παρουσία, εξέλιξη και πολυδιάστατη προσφορά και µε βλέµµα στραµµένο στο µέλλον.
Σήµερα είµαστε υπερήφανοι, γιατί το Μουσείο – Σκευοφυλάκιο της Ιεράς Μονής Βαρλαάµ είναι µοναδικό στο είδος του σε όλο τον ελληνικό χώρο, καθώς αξιοποιεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας σε µουσειακές βιτρίνες, συστήµατα φωτισµών, έλεγχο µικροκλίµατος (θερµοκρασίας και υγρασίας) κ.ά. Ως χώρος εντάσσεται µε απόλυτο σεβασµό στον αρχιτεκτονικό περιβάλλον των Μετεώρων, ενσωµατώνοντας ταυτόχρονα τη νεότερη τεχνολογία στην προληπτική συντήρηση των εκθεµάτων και στην παρουσίαση τους. Έρχεται δε να καλύψει θεµατικά ζητήµατα που άπτονται της ιστορίας, του µοναχισµού και θεµάτων της Ορθοδόξου πίστεως µε τρόπο απλό και κατανοητό για όλους τους επισκέπτες.
Γιώργος Μαστρογιάννης, Μ.Α. Μουσειολογίας
Δηµήτριος Αγορίτσας, Δρ Βυζαντινής Ιστορίας